Η Λένα έφυγε ξαφνικά. Έγειρε το κεφάλι της και σαν με μια εκπνοή, άφησε την ψυχή της να πετάξει στο εκεί. Απροειδοποίητα -σχεδόν με ένα χαμόγελο, σχεδόν με ένα συγνώμη - άδειασε το γαλάζιο φως των ματιών της, στον σκοτεινό και μουγγό κόσμο που άφηνε πίσω της. Αυτή ήταν η Λένα σεμνή, αθόρυβη, γενναία. Πάντα οι άλλοι, πρώτα οι άλλοι, εκείνη μετά, τα μπορούσε όλα. Αυτή είναι η Λένα της καρδιάς μου. Μείναμε τόσο μόνοι χωρίς εκείνη.
Έχω περάσει πολλά πένθη, τα πένθη που αναλογούν σε κάθε άνθρωπο που ζει αρκετά. Βρίσκομαι σε πένθος. Το πένθος που βιώνει η ασθενής με ένα επιθετικό καρκίνο, που κατοικεί στο σώμα της για είκοσι μήνες. Αλλά και με μια άλλη ιδιότητα-της ψυχίατρου,- το πένθος μου είναι γνώριμο σαν αντικείμενο μελέτης και κλινικής διαχείρισης. Πολλά, έχουν λεχθεί, πολλά έχουν γραφτεί και μελετηθεί για αυτό. Η ζωή μας είναι φορτωμένη με πολλαπλούς αποχωρισμούς, πολλαπλές απώλειες και πένθη. Γνωρίζουμε τα διάφορα στάδια στην πορεία του, την ταξινόμηση του από πλευράς βαρύτητας, -με χειρότερο φυσικά τον θάνατο και κάθε απειλή ζωής-, τις επιπλοκές και ιδιαιτερότητες του. Όμως όταν φτάνουμε στο συγκεκριμένο άτομο που πενθεί, τον μοναδικό ΑΛΛΟΝ που έφυγε, τότε δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα.Γιατί τότε το πένθος είναι η ψυχική λειτουργία η απόλυτα προσωπική, η απόλυτα μοναδική ακόμα και για τον ίδιο άνθρωπο.